Δευτέρα 21 Μαΐου 2018

Ιεροτελεστία στον ναό της γνώσης

Ποσές φορές μπορεί κάποιος να σταθεί απέναντι σε ένα πλήθος πυγμάχων και να τους πει κάτι σαν: Παιδιά τι δεν καταλαβαίνετε όταν ακούτε «δημόσια βιβλιοθήκη»; Ο Πολ Χολντεγκράμπερ, διευθυντής των Zωντανών Δράσεων και Συζητήσεων της ιστορικής Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης, το είπε όμως μπροστά σε 100 μποξέρ, φίλους και θαυμαστές του Μάικ Τάισον χωρίς να χρειαστεί να δοκιμάσει το δεξί κροσέ του.

Το 2013, καθισμένος απέναντί του ήταν ο 52χρονος σήμερα τέως πυγμάχος και πρωταθλητής βαρέων βαρών για έναν ακόμα γύρο, όχι πυγμαχίας αλλά της δημοφιλούς σειράς συζητήσεων που διευθύνει «LIVE from the NYPL». «Μαζί με τον Μάικ Τάισον προσκάλεσα στη βιβλιοθήκη 100 πυγμάχους που δεν είχαν έρθει ποτέ τους στο κτίριο. Ηξερα από τον σκηνοθέτη Βέρνερ Χέρτζογκ ότι ο Τάισον τρελαίνεται για τον Μακιαβέλι και για τους Γάλλους βασιλείς. Οταν τον ρώτησα στη σκηνή τι έβρισκε γοητευτικό σε εκείνους, μου απάντησε ότι ήξεραν πώς να σκοτώνουν. Σχετικά με το πώς ένιωσε όταν βρέθηκε μέσα στη σπάνια συλλογή, μου είπε ότι ένα δωμάτιο χωρίς βιβλία είναι σαν ένα σώμα χωρίς ψυχή. Παρέθετε στίχους του Κικέρωνα», μας λέει ο Πολ Χολντενγκράμπερ.

Μετά το τέλος της εκδήλωσης, οι πυγμάχοι συγκεντρώθηκαν γύρω από τον οικοδεσπότη και τον ρώτησαν εάν θα μπορούσαν και οι ίδιοι να δουν τη σπάνια συλλογή βιβλίων. «Τους είπα ποια λέξη δεν καταλαβαίνετε από τη φράση Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης; Είναι δική σας, είναι ανοιχτή και δωρεάν» και αυτό είναι κάτι που προσπαθεί να μεταδώσει στους Νεοϋορκέζους με κάθε πιθανό και κυρίως απροσδόκητο τρόπο.
«Σταρ» του σινεμά

Με τον κ. Χολντενγκράμπερ, συναντηθήκαμε ανάμεσα στους δύο μεγάλους, μαρμάρινους λέοντες, την «Υπομονή» και τη «Γενναιότητα» (Patience & Fortitude) που στέκουν στην είσοδο του επιβλητικού κτιρίου της βιβλιοθήκης στην 5η Λεωφόρο του Μανχάταν. Από το «Breakfast at Tiffany’s» το 1961, τους «Ghostbusters» το 1984, μέχρι το «Sex and the City» του 2008, η βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης έχει εμφανιστεί πολλές φορές στον κινηματογράφο, την τηλεόραση και τη λογοτεχνία αλλά ακόμα και έτσι, μας λέει ο κ. Χολντενγκράμπερ, αρκετοί περνούν έξω από το κτίριο και δεν ξέρουν τι συμβαίνει στο εσωτερικό του. Ούτε και κάτω από αυτό.
«Η βιβλιοθήκη είναι ένας “βαρύς” οργανισμός και ο ρόλος μου είναι τον “ελαφρύνω” λίγο. Να ενεργοποιήσω για παράδειγμα τα αρχεία του. Πριν από κάθε συζήτηση, φέρνω τον καλεσμένο στην ειδική συλλογή της βιβλιοθήκης για να δει τα βιβλία, να αγγίξει τα τεκμήρια και να δει πώς είναι. Δεν τα αντιμετωπίζουμε ως φετίχ. Θέλουμε να δημιουργήσουμε την αίσθηση ότι αυτά τα αντικείμενα είναι μέρος του κόσμου σου. Για μένα αυτό είναι πολύ σημαντικό».

Το πάρκο Μπράιαντ πίσω από τη βιβλιοθήκη, κάτω από το οποίο εκτείνονται τα βιβλιοστάσια σε βάθος επτά ορόφων.

Την προηγούμενη μέρα άκουγα την παρέμβαση του κ. Χολντενγκράμπερ σε μια συζήτηση για τις νέες προκλήσεις των πολιτιστικών ιδρυμάτων και αυτό που έλεγε ήταν το πόσο σημαντικό είναι να μη μετατρέπονται αυτοί οι μουσειακοί χώροι σε μαυσωλεία. Περνώντας το κατώφλι της εισόδου στη βιβλιοθήκη κατάλαβα πιο καθαρά τι εννοούσε, αντικρίζοντας έναν μεγαλειώδη, αυστηρό, προθάλαμο από πολυτελές μάρμαρο, πανύψηλους κίονες, κρεμαστά φωτιστικά εποχής και ροτόντες. «Ο στόχος μου εδώ ακολουθεί τη ρήση του Φρανκ Ζάπα που είπε ότι το μυαλό είναι σαν αλεξίπτωτο, αν δεν είναι ανοιχτό δεν δουλεύει. Θέλω να ανοίξω αυτό το μυαλό, να δημιουργήσω μια αίσθηση περιέργειας και όχι εκφοβισμού. Οταν μπαίνεις μέσα σε αυτό τον χώρο σκέφτεσαι “τι κάνω εγώ εδώ”, αλλά μετά βλέπεις ότι μπορείς να κάνεις αυτό τον χώρο δικό σου», μου λέει.

Μέχρι να ακουστούν ξανά τα λιοντάρια, την ησυχία στο εντυπωσιακό αναγνωστήριο της βιβλιοθήκης, με τα ξύλινα σκαλιστά τραπέζια, τους πολυελαίους και τη ζωγραφισμένη οροφή αναγεννησιακού στυλ, έχουν ταράξει ευχάριστα βραδιές όπερας με μονωδούς ανάμεσα στα ράφια των βιβλίων και συναυλίες σύγχρονης και άμπιεντ μουσικής, με καλλιτέχνες όπως ο Μπράιαν Ινο. Ανάμεσα στους καλεσμένους του Πολ Χολντενγκράμπερ ήταν η Πάτι Σμιθ, ο Πολ Οστερ, ο Νόαμ Τσόμσκι, πολύ πρόσφατα ο Τζορτζ Σόντερς, ο Κιθ Ρίτσαρντς αλλά και ο ράπερ Τζει Ζι.

Σε μια εποχή που η αυτοσυγκέντρωσή μας διαθλάται με μεγάλη ευκολία χάρη στην τεχνολογία και στις φωτεινές ενδείξεις των κινητών μας τηλεφώνων, ο διευθυντής του προγράμματος LIVE, μας λέει ότι προσπαθεί να δημιουργήσει με τους καλεσμένους του έναν νοητό «χώρο προσοχής» σε συζητήσεις που διαρκούν έως και δύο ώρες. Και αν στον Μάικ Τάισον το «μυστικό» ήταν μια συνάντηση με το έργο του Μακιαβέλι, στον... νεκρόφιλο Λου Ριντ ήταν μια τούφα από τα μαλλιά του Εντγκαρ Αλαν Πόε που βρίσκεται στην ασυνήθιστη συλλογή της βιβλιοθήκης, μαζί με ένα μικρό κομμάτι από το κρανίο του Πέρσι Σέλεϊ, το γραφείο του Κάρολου Ντίκενς και το μπαστούνι της Βιρτζίνια Γουλφ, αυτό που χρησιμοποιούσε όταν αυτοκτόνησε.

Τοπόσημο

Η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης είναι στην πραγματικότητα ένα σύνολο 92 βιβλιοθηκών σε όλο το Μανχάταν και έξω από αυτό με το κτίριο του Στέφεν Σβάρτσμαν να αποτελεί το κύριο μέρος της, ένα λειτουργικό και συμβολικό τοπόσημο στην 5η Λεωφόρο. Τα βιβλία και τα τεκμήρια της βιβλιοθήκης είναι περίπου 52 εκατομμύρια λέει ο κ. Χολντενγκράμπερ και σχεδόν συλλαβίζει τη λέξη. «Μου αρέσει τόσο πολύ να το λέω, όχι τόσο για τον αριθμό αλλά γιατί σκέφτομαι ότι κάποιος κάποτε τα μέτρησε», σημειώνει. Ανοίγουμε μικρές ξύλινες πόρτες, ανεβαίνουμε στενές στριφογυριστές σκάλες, μιλάμε ψιθυριστά, κάπου κοντοστέκεται και μου λέει, περίμενε να σου δείξω κάτι να γελάσεις. Από ένα ράφι ξεχωρίζει δύο σκληρόδετους τόμους με τις περιπέτειες του Ντόναλντ Ντακ, του κόμικ χαρακτήρα της Ντίσνεϊ. «Είμαστε στον ναό της γνώσης και έχουμε και τον Ντόναλντ», λέει γελώντας.

Οι βιβλιοθήκες, μου λέει, είναι περίπλοκα πράγματα. Αποτελούν αποθετήρια βιβλίων, γνώσης, αλλά για τον ίδιο είναι επίσης «ανακινητές» ιδεών. «Ο Χέρτζογκ λέει ότι ο πολιτισμός είναι μια συλλογική ανακίνηση του μυαλού και προσωπικά αυτό πιστεύω ότι είναι ο προορισμός αυτών των χώρων», τονίζει. Οι άνθρωποι, σημειώνει, επισκέπτονται μια βιβλιοθήκη για πολλούς λόγους. «Ο ρόλος μου είναι να θέσω τις καλύτερες, τις πιο λαμπρές και ασυνήθιστες ιδέες σε εφαρμογή, σαν ένα ποτ πουρί ανεπανάληπτων στιγμών. Ωστόσο, οι βιβλιοθήκες εξυπηρετούν επίσης ανθρώπους που δεν έχουν πού να πάνε, που ψάχνουν για δουλειά ή θέλουν να ξεκουραστούν· έχουν έναν κοινωνικό ρόλο», υπογραμμίζει με νόημα.

Τα κειμήλια στα έγκατα του Μανχάταν και το Ιδρυμα Ωνάση

Βγαίνοντας, καθόμαστε με τον κ. Χολντενγκράμπερ στο πάρκο Μπράιαντ που βρίσκεται πίσω ακριβώς από το μεγάλο οικοδόμημα της βιβλιοθήκης. Μια έκταση πρασίνου πάνω στην οποία λιάζονται και κάνουν πικ νικ οι Νεοϋορκέζοι και γύρω άφθονες καρέκλες και τραπεζάκια για ένα μεσημεριανό lunch break ή μια αναμνηστική φωτογραφία. Αυτό που δεν ξέρει ο περισσότερος κόσμος, μου λέει ο οικοδεσπότης μας, είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι «κάθονται» πάνω σε έναν θησαυρό γνώσης. Η βιβλιοθήκη εκτείνεται επτά ορόφους κάτω από το πάρκο. Εκεί φυλάσσονται η συλλογή των βιβλίων αλλά και το γράμμα που έστειλε ο Κολόμβος όταν ανακάλυψε τη χώρα που σήμερα ξέρουμε ως Αμερική. Αυτή η αίσθηση της συνέχειας και της σύνδεσης από τα έγκατα της γης του Μανχάταν μέχρι την επιφάνεια και της διαστρωμάτωσης των διαφορετικών εποχών που αποτυπώνεται στη συλλογή των βιβλίων και των σπάνιων τεκμηρίων είναι εξωπραγματική. «Οταν ήρθα στη βιβλιοθήκη, η εντολή που πήρα από τον τότε πρόεδρο Πολ Λε Κλερ ήταν να “οξυγονώσω” τον οργανισμό», μας λέει και συμπληρώνει «να δημιουργήσω ένα μέρος για απροσδόκητες συναντήσεις, φέρνοντας ανθρώπους στη βιβλιοθήκη που δεν είχαν έρθει ποτέ πιο πριν».

«Οι βιβλιοθήκες αποτελούν αποθετήρια βιβλίων αλλά και “ανακινητές” ιδεών», λέει στην «Κ» ο Πολ Χολντενγκράμπερ.

Με καταγωγή από την Αυστρία, ο Πολ Χολντενγκράμπερ γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αμερική, σε μια οικογένεια που το διευρυμένο πνεύμα αποτελούσε σημαντικό εφόδιο ζωής. «Οσο πιο πολλά ενδιαφέροντα έχεις, τόσο πιο ενδιαφέρων άνθρωπος είσαι», μας λέει.
Η γέφυρα

Με σπουδές στη συγκριτική λογοτεχνία, στη νομική και στη φιλοσοφία στην Ευρώπη και καθηγητές τους Μισέλ Φουκό, Λεβί Στρος και Ρολάν Μπαρτ, ο κ. Χολντενγκράμπερ εντάχθηκε στο δυναμικό της βιβλιοθήκης το 2004 και πριν από δύο χρόνια έγινε ένα από τα νεότερα μέλη στο Δ.Σ. της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. «Νομίζω η ιδέα είναι πώς μπορούμε να ενεργοποιήσουμε περαιτέρω αυτόν τον οργανισμό και να διαδώσουμε τα πράγματα που μπορεί να κάνει το όνομα Ωνάσης, όχι μόνο την αίσθηση του να φέρουμε την Ελλάδα στην Αμερική αλλά να φέρουμε έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης», σημειώνει.

Μερικές φορές, λέει, χρειάζεται να χτίσεις μία γέφυρα και να δημιουργήσεις απροσδόκητες συναντήσεις, πράγματα που κανείς δεν θα περιμένει. «Τους λέω ότι πρέπει να ταρακουνήσετε τα μυαλά των ανθρώπων. Στη βιβλιοθήκη θέλω να ακουστεί ο βρυχηθμός των λιονταριών που είδες στην είσοδο, να ενεργοποιηθούν ξανά. Δεν είμαι, όμως, βιβλιοθηκονόμος». Και προσθέτει χαμογελώντας με νόημα, προτού τον αποχαιρετήσουμε μπροστά στους λέοντες «Υπομονή» και «Γενναιότητα»: «Κανείς δεν είναι τέλειος».

www.kathimerini.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου