Είναι παράξενο αλλά μεταξύ της διεθνούς κρίσης χρέους τη δεκαετία του 1980 και της παγκόσμιας κρίσης του 2008, η Ευρώπη έχει σημειώσει αύξηση του ΑΕΠ της μεγαλύτερη από αυτήν του υπόλοιπου κόσμου. Στο διάστημα αυτό συνέβησαν δύο μείζονα πολιτικά γεγονότα: η επανένωση των Γερμανιών το 1990 και η θέσπιση ενιαίων επιτοκίων σε 11 χώρες της Ε.Ε., δηλαδή η γέννηση του ευρώ. Και τα δύο συμβάντα είχαν μεγάλο αντίκτυπο στο κρατικό χρέος.
Μετά το πρώτο συμβάν ακολούθησε η διαγραφή σχεδόν του συνόλου όσων χρεών της Γερμανίας εκκρεμούσαν ως πολεμικές αποζημιώσεις, η αποπληρωμή των οποίων θα οδηγούσε, όπως είπε κάποτε ο άλλοτε καγκελάριος Κολ, στην τρίτη πτώχευση της Γερμανίας σε έναν αιώνα. Η διαγραφή αυτών των χρεών ασφαλώς βοήθησε τον Κολ να διαχειριστεί το κόστος της επανένωσης. Το δεύτερο συμβάν οδήγησε στην εναρμόνιση των επιτοκίων της Ευρωζώνης με τα επίπεδα της Γερμανίας, με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις ιδιαιτέρως για τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Ετσι, στο διάστημα 1996-1999 οι ευρωπαϊκές αγορές ομολόγων θεώρησαν ότι οι χώρες της περιφέρειας θα προσχωρούσαν στην Ευρωζώνη μαζί με τη Γερμανία, και τα ομόλογά τους θα ήταν συγκρίσιμα με τα δικά της και θα μπορούν να τιμολογούνται σχεδόν με τον ίδιο τρόπο. Εξάλλου, στο διάστημα 1993-1997 πολλές οδηγίες της Ε.Ε. επέβαλαν ίση μεταχείριση για όλα τα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης.
Η νεοπαγής ΕΚΤ δεν έκανε διάκριση ανάμεσα στα ομόλογα της Ευρωζώνης όταν τα δεχόταν ως εγγύηση για να δανείσει τις χώρες. Φαινομενικά, η Ευρωζώνη άρχισε να λειτουργεί σαν να αναλάμβαναν όλα τα κράτη-μέλη της τον κίνδυνο πτώχευσης μιας εξ αυτών, και οι αγορές πίστευαν πως υπήρχε η άρρητη εγγύηση της ΕΚΤ και των ευρωπαϊκών θεσμών. Απεδείχθη, όμως, με την κρίση χρέους της Ευρωζώνης πως μια τέτοια νομισματική ένωση δεν μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς να πλήξει την ανταγωνιστικότητα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα των χωρών της περιφέρειας. Για περισσότερο από μισόν αιώνα, οι αρχές της αλληλεγγύης και της κοινής ανάληψης του κινδύνου προώθησαν την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Ε.Ε. Από το 2009, όμως, είμαστε μάρτυρες μιας αιφνίδιας ανατροπής.
Η αλληλεγγύη εξανεμίστηκε: πριν από το 2008 η κυβέρνηση της Ελλάδας δεν θα είχε προβάλει ποτέ στη Γερμανία την απαίτηση να της αποπληρώσει το κατοχικό δάνειο των 280 δισ. ευρώ. Οι διαγραφές χρεών δεν είναι κάτι σπάνιο στην ιστορία της Ευρώπης. Με τη συνθήκη ειρήνης που υπεγράφη το 1947 μετά τον Β΄ Παγκόσμιο, η Ιταλία υποχρεώθηκε να αποσύρει το αίτημά της προς τη Γερμανία για πολεμικές αποζημιώσεις ύψους 65 δισ. ευρώ. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1953, με τη Συνθήκη του Λονδίνου διεγράφη κατά το ήμισυ το χρέος της Γερμανίας και η αποπληρωμή αναβλήθηκε για 30 χρόνια. Οι πολεμικές αποζημιώσεις «πάγωσαν» μέχρι την επανένωση των Γερμανιών.
Οταν άρχισε να αποπληρώνει η Γερμανία το 1958, οι δόσεις αντιπροσώπευαν το 2,7% των εξαγωγών της. Φαίνεται έτσι παράξενο που με τους κανόνες του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζες οι χώρες αναγκάζονται να αποπληρώνουν ποσά δεκαπλάσια των εξαγωγών τους. Μετά το 2008 είδαμε μια παράτολμη πολιτική στροφή των θεσμών της Ε.Ε. και της γραφειοκρατίας της, μακριά από κάθε κοινή ανάληψη του κινδύνου. Θα ήταν πολιτικά αφελές να μην εξετάσει κανείς την κρίση που θα προκαλούσε οποιαδήποτε διαγραφή χρέους στην Ευρωζώνη όπως είναι σήμερα. Παράλληλα, όμως, οποιαδήποτε σκέψη για αναδιάρθρωση χρεών, του είδους που προτείνει η Γερμανία ή η ήπια εκδοχή της που προτείνει η Γαλλία, πρέπει να απορριφθεί ως ιδεολογική ακρότητα. Προτείνω έναν τρίτο δρόμο, με προτεραιότητα στις επενδύσεις και την ανάπτυξη και μια αναδιάταξη της αρχιτεκτονικής που διέπει την Ευρωζώνη, ώστε να συμπεριλάβει την από κοινού ανάληψη του κινδύνου. Η Ε.Ε. γνώρισε την οικονομική και κοινωνική ευημερία όσο τηρούσε τις αρχές της αλληλεγγύης.
www.kathimerini.gr
Μετά το πρώτο συμβάν ακολούθησε η διαγραφή σχεδόν του συνόλου όσων χρεών της Γερμανίας εκκρεμούσαν ως πολεμικές αποζημιώσεις, η αποπληρωμή των οποίων θα οδηγούσε, όπως είπε κάποτε ο άλλοτε καγκελάριος Κολ, στην τρίτη πτώχευση της Γερμανίας σε έναν αιώνα. Η διαγραφή αυτών των χρεών ασφαλώς βοήθησε τον Κολ να διαχειριστεί το κόστος της επανένωσης. Το δεύτερο συμβάν οδήγησε στην εναρμόνιση των επιτοκίων της Ευρωζώνης με τα επίπεδα της Γερμανίας, με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις ιδιαιτέρως για τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Ετσι, στο διάστημα 1996-1999 οι ευρωπαϊκές αγορές ομολόγων θεώρησαν ότι οι χώρες της περιφέρειας θα προσχωρούσαν στην Ευρωζώνη μαζί με τη Γερμανία, και τα ομόλογά τους θα ήταν συγκρίσιμα με τα δικά της και θα μπορούν να τιμολογούνται σχεδόν με τον ίδιο τρόπο. Εξάλλου, στο διάστημα 1993-1997 πολλές οδηγίες της Ε.Ε. επέβαλαν ίση μεταχείριση για όλα τα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης.
Η νεοπαγής ΕΚΤ δεν έκανε διάκριση ανάμεσα στα ομόλογα της Ευρωζώνης όταν τα δεχόταν ως εγγύηση για να δανείσει τις χώρες. Φαινομενικά, η Ευρωζώνη άρχισε να λειτουργεί σαν να αναλάμβαναν όλα τα κράτη-μέλη της τον κίνδυνο πτώχευσης μιας εξ αυτών, και οι αγορές πίστευαν πως υπήρχε η άρρητη εγγύηση της ΕΚΤ και των ευρωπαϊκών θεσμών. Απεδείχθη, όμως, με την κρίση χρέους της Ευρωζώνης πως μια τέτοια νομισματική ένωση δεν μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς να πλήξει την ανταγωνιστικότητα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα των χωρών της περιφέρειας. Για περισσότερο από μισόν αιώνα, οι αρχές της αλληλεγγύης και της κοινής ανάληψης του κινδύνου προώθησαν την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Ε.Ε. Από το 2009, όμως, είμαστε μάρτυρες μιας αιφνίδιας ανατροπής.
Η αλληλεγγύη εξανεμίστηκε: πριν από το 2008 η κυβέρνηση της Ελλάδας δεν θα είχε προβάλει ποτέ στη Γερμανία την απαίτηση να της αποπληρώσει το κατοχικό δάνειο των 280 δισ. ευρώ. Οι διαγραφές χρεών δεν είναι κάτι σπάνιο στην ιστορία της Ευρώπης. Με τη συνθήκη ειρήνης που υπεγράφη το 1947 μετά τον Β΄ Παγκόσμιο, η Ιταλία υποχρεώθηκε να αποσύρει το αίτημά της προς τη Γερμανία για πολεμικές αποζημιώσεις ύψους 65 δισ. ευρώ. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1953, με τη Συνθήκη του Λονδίνου διεγράφη κατά το ήμισυ το χρέος της Γερμανίας και η αποπληρωμή αναβλήθηκε για 30 χρόνια. Οι πολεμικές αποζημιώσεις «πάγωσαν» μέχρι την επανένωση των Γερμανιών.
Οταν άρχισε να αποπληρώνει η Γερμανία το 1958, οι δόσεις αντιπροσώπευαν το 2,7% των εξαγωγών της. Φαίνεται έτσι παράξενο που με τους κανόνες του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζες οι χώρες αναγκάζονται να αποπληρώνουν ποσά δεκαπλάσια των εξαγωγών τους. Μετά το 2008 είδαμε μια παράτολμη πολιτική στροφή των θεσμών της Ε.Ε. και της γραφειοκρατίας της, μακριά από κάθε κοινή ανάληψη του κινδύνου. Θα ήταν πολιτικά αφελές να μην εξετάσει κανείς την κρίση που θα προκαλούσε οποιαδήποτε διαγραφή χρέους στην Ευρωζώνη όπως είναι σήμερα. Παράλληλα, όμως, οποιαδήποτε σκέψη για αναδιάρθρωση χρεών, του είδους που προτείνει η Γερμανία ή η ήπια εκδοχή της που προτείνει η Γαλλία, πρέπει να απορριφθεί ως ιδεολογική ακρότητα. Προτείνω έναν τρίτο δρόμο, με προτεραιότητα στις επενδύσεις και την ανάπτυξη και μια αναδιάταξη της αρχιτεκτονικής που διέπει την Ευρωζώνη, ώστε να συμπεριλάβει την από κοινού ανάληψη του κινδύνου. Η Ε.Ε. γνώρισε την οικονομική και κοινωνική ευημερία όσο τηρούσε τις αρχές της αλληλεγγύης.
www.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου